Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2010

ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Σ.Φ. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ [0110]

Αυτή η κοινοποίηση αποτελεί μία έκθεση των θεμάτων που απασχολούν εντατικά τον Φοιτητικό Σύλλογο του τμήματος, ο οποίος έχει αποφασίσει να μην παραμείνει σιωπηλός θεατής στα γεγονότα.

Είναι γνωστό, σε όλους όσους είναι σχετικοί με το θέμα, ότι το τμήμα δημιουργήθηκε στα πλαίσια μίας προεκλογικής διαπλοκής που στο δρόμο αλλάζει χρώματα.

Εμάς πάντοτε όμως μας ένοιαζε πάνω από όλα αυτά η κινηματογραφική παιδεία.

ΣΗΜΕΡΑ, το τμήμα κινηματογράφου συνεχίζει να λειτουργεί και οι φοιτητές του, εμείς, έχουμε συνειδητοποιήσει την άμεση σύνδεσή του τμήματος και της παιδείας που μας παρέχει, με την κοινωνία που το παρήγαγε. Αυτό που έκανε τους αγώνες στο τμήμα να διαρκούν τόσο ήταν και είναι η αγωνία μας απέναντι στην γενικότερη πενία σε παιδεία και πολιτισμό, όπως αυτή αντανακλάται καθημερινά στο τμήμα. Μάθαμε να αγαπάμε τον κινηματογράφο και την κοινωνία μέσα στην οποία αναπτύσσεται: τώρα καταλαβαίνουμε ότ πρέπει να αγωνιζόμαστε γι’ αυτά.

Σε άμεση συνέχεια με τις διεκδικήσεις των τελευταίων ετών γύρω από την παιδεία και θεωρώντας τα προβλήματα του Τμήματος μέρος και προέκταση της κρίσης σε παιδεία και πολιτισμό, αξιώνουμε:

Σοβαρή μέριμνα από τα αρμόδια υπουργεία (Υπουργεία Παιδείας, Πολιτισμού και Μακεδονίας-Θράκης) και φορείς (Συμβούλιο Κινηματογραφίας, Α.Π.Θ., Ε.Κ.Κ., συνδικαλιστικοί όργανα, κ.ά) για τα εξής θέματα:

1. Επιστροφή στη φιλοσοφία του αρχικού προγράμματος σπουδών το οποίο να προωθεί τον εφαρμοσμένο χαρακτήρα στην κινηματογραφική εκπαίδευση και να οδηγεί στην κινηματογραφική έρευνα. Συγκεκριμένα:

α. Πρόγραμμα σπουδών με διδακτική συνέχεια, απουσία επαναλήψεων και ολοκληρωμένη εποπτεία κάθε αντικειμένου

β. Προώθηση εργαστηριακού χαρακτήρα σπουδών, πιθανώς και μέσα από τη δημιουργία εργαστηρίων.

γ. Προσεκτικό σχεδιασμό και μέριμνα, επόπτευση και χρηματοδότηση των πτυχιακών για την δημιουργία έργων με καλλιτεχνική αξία που να ανταποκρίνεται ανά πάσα στιγμή στα διεθνή κινηματογραφικά δεδομένα.

2. Χρηματοδότηση του τμήματος με αποκλειστικούς στόχους:

α. την υλικοτεχνική, διδακτική και κτιριακή εκπλήρωση της αρχικής φιλοσοφίας του προγράμματος σπουδών, που αξίζει στο κομμάτι του μέλλοντος της ελληνικής κινηματογραφίας που εκκολάπτεται στο τμήμα,

β. την πρόσληψη επαρκούς αριθμού καθηγητών και τεχνικών για την ομαλή διεξαγωγή των μαθημάτων και την δίκαιη αμοιβή τους,

γ. την αγορά επαρκούς εξοπλισμού φιλμ για την κατάρτιση στα κινηματογραφικά εργαλεία, καθώς είμαστε τμήμα κινηματογράφου και όχι βίντεο ή τηλεόρασης,

δ. την αγορά, διαρκή ανανέωση και συντήρηση τεχνολογικά εξελιγμένου υλικοτεχνικού εξοπλισμού, σε επάρκεια απέναντι στις ανάγκες του αριθμού των φοιτητών.

ε. την ολοκλήρωση των εργασιών και την στέγαση στο ανακαινισμένο κτίριο της Καπναποθήκης που προοριζόταν αρχικά για το τμήμα,

3. Πρόσληψη άμεση επιπλέον μόνιμων καθηγητών ΔΕΠ με ΦΕΚ, μέσα στον επόμενο χρόνο, άμεσα σχετικών με την κινηματογραφική παραγωγή, με στόχο την συνέχεια, αφενός στην κινηματογραφική παράδοση και αφετέρου ανάμεσα στην παιδεία και το έργο. Απαιτούμε κριτήριο πρόσληψής τους εκτός από την ακαδημαϊκή αναγνώριση να αποτελεί και το καλλιτεχνικά καταξιωμένο έργο, χωρίς όμως η πρώτη να αποτελεί δεσμευτικό προαπαιτούμενο.

4. Μονιμοποίηση τεχνικού προσωπικού και βιβλιοθηκονόμων μέσα από την άμεση προκήρυξη θέσεων ειδικού τεχνικού προσωπικού.

5. Αμφίδρομη σχέση με το σύνολο των διαδικασιών παραγωγής του ευρύτερου κινηματογραφικού χώρου, εγχώριου και διεθνούς.

6. Καταξίωση του τίτλου σπουδών και μέσα από:

α. νομική κατοχύρωση των επαγγελματικών μας δικαιωμάτων ως και

β. εξασφάλιση της Παιδαγωγικής Επάρκειας και σύσταση κλάδου πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (Π.Ε.).

7. Μη-εφαρμογή του νόμου-πλαισίου στο τμήμα μας καθώς πρακτικά:

α. οδηγεί στην απώλεια συγγραμμάτων μέσα από πρόχειρους σχεδιασμούς της λίστας

β. οδηγεί στην συνέχιση της υπό-χρηματοδότησης μέσα από τη διαδικασία της ‘αξιολόγησης’ που διαιωνίζει τη φθίνουσα πορεία των νέων, μικρών τμημάτων.

8. Ιδιαίτερο τρόπο εισαγωγής στο τμήμα με εξειδικευμένες εξετάσεις χωρίς να προσβληθούν αφενός το αδιάβλητο της εισαγωγής και αφετέρου η δυνατότητα εισαγωγής στο τμήμα όσων το επιθυμούν με αξιώσεις, μέσα και από τη διδασκαλία του οπτικοακουστικού αντικειμένου στα σχολεία.

Ως συνέπεια όλων αυτών των αιτημάτων διεκδικούμε την ανάπτυξη του Τμήματος σε Σχολή Κινηματογράφου, σε συνέχεια, με αυτοδυναμία και ειδίκευση σε τμήματα.

Ο Φοιτητικός Σύλλογος του Τμήματος προειδοποιεί ότι έχει πάρει απόφαση για ακόμα πιο δυναμικές κινητοποιήσεις και κοινοποιήσεις των προβλημάτων του, προς αναζήτηση ουσιαστικού διεξόδου, στην περίπτωση που δεν δοθούν ικανοποιητικές λύσεις και απαντήσεις.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΠΕΞΗΓΗΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ


Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Το Δεκέμβριο του 1980, στα πλαίσια του 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Κινηματογράφου και δια στόματος του τότε υπουργού Πολιτισμού και Επιστημών κ. Ανδριανόπουλου, επιβεβαιώνεται για πρώτη φορά η διάθεση της Πολιτείας να εισέλθει σε διάλογο με τον κινηματογραφικό χώρο, προκειμένου να εξετασθεί το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας δημόσιας σχολής «Κινηματογράφου και Τηλεόρασης», που θα κληθεί να αναπληρώσει το κενό της κινηματογραφικής παιδείας στην Ελλάδα, τομέα στον οποίο η χώρα μας ανέκαθεν υστερούσε σημαντικά, συγκριτικά με άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Έπειτα από 30 χρόνια κυβερνητικής απραξίας, συνεχών εναλλαγών κυβερνήσεων (που αναπαρήγαγαν την από καιρό διαπιστωμένη αναγκαιότητα ίδρυσης δημόσιας σχολής κινηματογραφικών σπουδών) και την ολοένα αυξανόμενη ανησυχία, τόσο της εκπαιδευτικής κοινότητας όσο και του καλλιτεχνικού χώρου, για την παντελή απουσία ολοκληρωμένης ακαδημαϊκής κινηματογραφικής εκπαίδευσης, η “υπόσχεση” του ελληνικού κράτους για την επίλυση του προβλήματος αυτού δείχνει να εκπληρώνεται: τον Ιούνιο του 2002 το Υπουργείο Πολιτισμού προσεγγίζει για πρώτη φορά το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για να διερευνήσει τις όποιες δυνατότητες ίδρυσης τμήματος κινηματογράφου, που θα υπάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών.

Στη συνεδρίαση της Συγκλήτου στις 26/6/2002 ο πρύτανης του Α.Π.Θ. κ. Παπαδόπουλος δέχεται να συνεχιστούν οι διαδικασίες που θα διασφαλίσουν την υγιή και εύρυθμη λειτουργία του τμήματος, εφόσον αυτό ιδρυθεί. Τον Αύγουστο του 2003 αποφασίζεται από το υπουργικό συμβούλιο η ίδρυση του τμήματος Κινηματογράφου στο Α.Π.Θ. και τότε υπουργός πολιτισμού κ. Βενιζέλος ανακοινώνει από το βήμα του 44ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης την έναρξη λειτουργίας του νεοσύστατου τμήματος από το Σεπτέμβριο του 2004. Το τμήμα Κινηματογράφου συμπεριλαμβάνεται στα μηχανογραφικά δελτία των υποψηφίων και αυτομάτως ξεσπούν (κυρίως από μερίδα του τύπου) αντιδράσεις για τη βιασύνη με την οποία δρομολογήθηκαν οι διαδικασίες δημιουργίας του τμήματος, σχετικά με την ακαταλληλότητα του κτιρίου της καπναποθήκης στη Σταυρούπολη, όπου και θα στεγαστεί, την έλλειψη του απαραίτητου για κινηματογραφικές σπουδές υλικοτεχνικού εξοπλισμού, την ανεπάρκεια σε καθηγητές και τεχνικό προσωπικό και στην γενικότερη απουσία οργάνωσης που διέπει το νέο αυτό τμήμα. Έτσι, παρόλες τις αρχικές δυσκολίες και τις καταγγελίες περί προεκλογικού πυροτεχνήματος της κυβέρνησης, οι πύλες του τμήματος Κινηματογράφου ανοίγουν το Σεπτέμβριο του 2004 (όπως είχε εξαγγελθεί) για τους γεμάτους φιλοδοξίες και όνειρα πρώτους φοιτητές της πρώτης δημόσιας ελληνικής κινηματογραφικής σχολής, οι οποίοι δείχνουν να μην πτοούνται από τα προβλήματα που ήδη ταλανίζουν το νεοϊδρυθέν τμήμα και ελπίζουν να είναι προσωρινά και αντιμετωπίσιμα. Προβλέπεται ολόπλευρη μόρφωση και στις οχτώ κατευθύνσεις και η στέγαση του τμήματος σε κτίριο 10.000τμ.

Ξεκινώντας την ακαδημαϊκή μας εκπαίδευση στο κινηματογραφικό έργο δεχτήκαμε να στεγαστούμε για τα τρία πρώτα χρόνια στον χώρο της καπναποθήκης που προορίζεται για το τμήμα, όταν, και αν, αποπερατωθεί. Στις (κατ’ ευφημισμόν) «προκάτ» αίθουσες, στο κέντρο του εργοταξίου για την θεμελίωση του αρχικού κτιρίου, οικοδομήσαμε την πίστη μας στην μάθηση. Η απουσία σίτισης αποτέλεσε απλά μία επιπλέον δοκιμασία για τα ευγενή αισθήματά μας απέναντι στην τέχνη μας. Δεχτήκαμε την έλλειψη κατοχύρωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων σαν ένα πενταετές ρίσκο. Και μάθαμε να κάνουμε ταινίες με κάθε διαθέσιμο εξοπλισμό, όσο ελλιπής και αν ήταν.

Σιγά-σιγά, και ήδη από τον τρίτο χρόνο παρατηρήσαμε τους καθηγητές να μειώνονται, τα τμήματα σε κάθε έτος να συμπτύσσονται, οδηγώντας τους φοιτητές σε αντιδράσεις και τους καθηγητές σε διδακτικά αδιέξοδα. Παράλληλα με την συσσώρευση φοιτητών στις αίθουσες το πρόγραμμα ξανασχεδιάστηκε επανειλημμένα, αλλοιώνοντας την φιλοσοφία του ιδρυτικού-καταστατικού οδηγού σπουδών τον οποίο αξιολογήσαμε για να επιλέξουμε το τμήμα. Αυτές και όλες οι νέες προτάσεις της προσωρινής διοικούσας υπηρέτησαν σαφώς την τάση θεωρητικοποίησης του αντικειμένου μας, εις βάρος και του εφαρμοσμένου καλλιτεχνικού χαρακτήρα των κινηματογραφικών σπουδών. Και καθώς οι υποσχέσεις για επίλυση των ζητημάτων του τμήματος εξελίσσονταν σε μακρινά όνειρα, ο φοιτητικός σύλλογος κινητοποιήθηκε σε διάρκεια, αποτρέποντας συχνά αυθαίρετες ‘μεταρρυθμίσεις’ της προσωρινής διοικούσας που είχαν σα στόχο την πρόχειρη κάλυψη των προβλημάτων. Παιδεία όμως με επιφάσεις δεν γίνεται.


Β. ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Στον πέμπτο χρόνο λειτουργίας του τμήματος και ενόψει της διακοπής χρηματοδότησης από το ΕΠΕΑΕΚ, ειδικά για την κινηματογραφική παιδεία στην οποία και συγκεντρώνεται αυτό το κείμενο, προσέξαμε σημεία που μας προκάλεσαν σοβαρή ανησυχία.

α. Σε αντίθεση με τις σχολές κινηματογράφου του εξωτερικού, διαπιστώνουμε ότι η δική μας σχολή είναι απομονωμένη όχι μόνο από την υπόλοιπη ακαδημαϊκή κοινότητα και τον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο, αλλά και από την ελληνική πολιτική βούληση. Χρόνια τώρα παρακολουθούμε τον πολιτισμό να διοχετεύεται σαν τουριστικό προϊόν και τη σύγχρονη δημιουργία να απαξιώνεται. Σαν ‘φυσική’ συνέπεια η καλλιτεχνική παιδεία υποβαθμίζεται. Το Υπουργείο Παιδείας μοιάζει να μην γνωρίζει καν την ύπαρξη του τμήματος, πόσο μάλλον τις ανάγκες του. Το Υπουργείο Πολιτισμού είναι πρακτικά αποστασιοποιημένο. Σε μία εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή για το τμήμα, αλλά και για τον πολιτισμό, όλοι σιωπούν.

β. Ο τρόπος σχεδιασμού του προγράμματος σπουδών άλλαξε σύμφωνα με τους διαθέσιμους καθηγητές και πόρους και όχι πάνω στη βάση των ουσιαστικών αναγκών της κινηματογραφικής εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα ο πρώτος οδηγός σπουδών, με τον οποίο εισαχθήκανε οι φοιτητές των τριών πρώτων ετών, και ο οποίος εμφάνιζε μία συνέχεια, αναλυτική λεπτομέρεια και διάθεση προς ολοκληρωμένη εποπτεία, δεν τηρήθηκε επί του πρακτέου. Διαφορετικά έτη παίρνουν διαφορετική εκπαίδευση, διδακτικές ενότητες επαναλαμβάνονται, ώρες επικαλύπτονται αμελώς, τα αντικείμενα συχνά δεν ολοκληρώνονται. Η ανάγκη καλλιτεχνικής εποπτείας του προγράμματος σπουδών είναι επιτακτική.

γ. Από της αρχής ίδρυσης του τμήματος η διαχείριση του ΕΠΕΑΕΚ έγινε με τρόπο ο οποίος να μην διασφαλίζει την εξέλιξη και μακροημέρευση του τμήματος παρότι το μέγεθος των κονδυλίων προοριζόταν για αυτόν ακριβώς το στόχο και παρά το γεγονός ότι η χρηματοδότηση από το ΕΠΕΑΕΚ ανανεώθηκε (μετά το πέρας της προβλεπόμενης διετίας) για άλλα δύο χρόνια, στο μέγιστο δηλαδή της προβλεπόμενης διάρκειας χρηματοδότησης από την Ε.Ε. (ενώ στην παρούσα χρονική στιγμή εξακολουθεί να υφίσταται υπό τη μορφή μιας μικρής χρονικής παράτασης χωρίς ωστόσο να προβλέπει λ.χ. μισθοδοσίες καθηγητών). Τα περιθώρια χρηματοδότησης από το ελληνικό δημόσιο εμφανίζονται πενιχρά σε σχέση με τις πραγματικές ανάγκες του τμήματος. Τα στοιχεία αυτής της διαχείρισης μας παρουσιάζονταν πάντοτε θολά στις συνελεύσεις, ενώ το γεγονός ότι δεν έχουμε δικό μας δικηγόρο δεν διευκόλυνε καθόλου την κάλυψη λογικών κενών και αποριών. Ποιο είναι το σκεπτικό που κρατάει τους φοιτητές χωρίς ενημέρωση γύρω από την πορεία του ΕΠΕΑΕΚ; Πως θα καλυφθεί το τμήμα στην (πολύ πιθανή) περίπτωση μη ανανέωσης του; Και τι επιτέλους χρειάζεται για να διασφαλιστεί η ανάπτυξη και η μακροημέρευση του τμήματος;

δ. Οι άνθρωποι του ελληνικού κινηματογραφικού χώρου παρέμειναν σταθερά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μακριά από την σύνθεση του τμήματος, για πολλούς και διάφορους λόγους. Ποια συνέχεια στην κινηματογραφική παράδοση, ανάμεσα στην παιδεία και το έργο, μπορεί να υπάρξει όταν οι άνθρωποι της καλλιτεχνικής παραγωγής είναι τόσο αποστασιοποιημένοι από τον μοναδικό δημόσιο πανεπιστημιακό φορέα κινηματογραφικής εκπαίδευσης;

ε. Ενόψει της κρίσης που αφορούσε την τριετία των συμβασιούχων καθηγητών 407, και που δοκίμασε πολλές σχολές, ο αριθμός των καθηγητών μειώθηκε δραματικά, τη στιγμή που το τμήμα τους είχε περισσότερη ανάγκη από ποτέ, μιας και οι φοιτητές είχαν αυξηθεί. Και ενώ το πρόβλημα στις άλλες σχολές βρήκε λύση κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2009, στη δική μας σχολή γιατί ακόμη αντιμετωπίζουμε τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις της προσωρινής διοικούσας; Παράλληλα, και με δεδομένη την απουσία ελληνικών πανεπιστημιακών τίτλων στο κινηματογραφικό αντικείμενο, οι προσλήψεις των καθηγητών γίνονταν με αναγκαίο κριτήριο την ακαδημαϊκή αναγνώριση και όχι το καλλιτεχνικά καταξιωμένο έργο αν τέτοια αναγνώριση δεν υπήρχε, παρά την πρόβλεψη της Ε.Ε. για τις σχολές Καλών Τεχνών. Γιατί δεν εφαρμόζεται αυτή η πιθανότητα αξιολόγησης καθηγητών;

στ. Με αξιοζήλευτη συνέπεια καθυστερούν οι επικυρώσεις θέσεων καθηγητών ανώτερης βαθμίδας για το τμήμα, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μια σαφής στρατηγική μη αυτονόμησης του τμήματος από την σύγκλητο του ΑΠΘ, διατηρώντας έτσι έναν διοικητικό προσανατολισμό μη κινηματογραφικό στην εστίασή του. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα όχι μόνο την αδυναμία διεξαγωγής κινηματογραφικής έρευνας αλλά και τον ελλιπή, κατά τη γνώμη μας, σχεδιασμό της δημόσιας κινηματογραφικής παιδείας. Ποιο είναι το σκεπτικό πίσω από αυτήν την μεθόδευση που αργοπορεί τη διοικητική ανεξαρτητοποίηση του τμήματος;

ζ. Καθώς το τμήμα βρίσκεται στον πέμπτο χρόνο λειτουργίας του βρισκόμαστε μπροστά στην εκπόνηση των πρώτων πτυχιακών και ερευνητικών εργασιών. Και ενώ αποτελούν αξιωματικά τα έργα που ουσιαστικά θα καταξιώσουν το πτυχίο μας, η συνισταμένη των γνώσεων και των κόπων πέντε ετών σπουδών, η ανάπτυξη του τμήματος δεν επιτρέπει την παραγωγή τους με τρόπο που να ανταποκρίνεται αρχικά στις καλλιτεχνικές προσδοκίες μας και στη συνέχεια στα διεθνή ακαδημαϊκά δεδομένα. Συγκεκριμένα, δεν έχει σχεδιαστεί ο τρόπος παραγωγικής υποστήριξής τους, όπως για παράδειγμα ο τρόπος επόπτευσης, η επαρκής υλικοτεχνική και οικονομική υποστήριξή τους, σύμφωνα με τις παραπάνω απαιτήσεις, αλλά και με τα πρότυπα άλλων ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

η. Το Ι.Κ.Υ. μέχρι το ακαδημαϊκό έτος 2008/2009 (κατά το οποίο αποφοιτούν οι πρώτοι πτυχιούχοι του τμήματος) δεν συμπεριλαμβάνει σε προγράμματα υποτροφιών (για το ακαδημαϊκό έτος 2009/2010) για μεταπτυχιακές σπουδές στο εξωτερικό απόφοιτους του τμήματος. Στην προκήρυξη θέσεων για τις υποτροφίες του Ι.Κ.Υ., δεν αναφέρεται πουθενά στις προϋποθέσεις για την εξασφάλιση υποτροφίας η φοίτηση στο Τμήμα Κινηματογράφου, ως η μοναδική κρατική πανεπιστημιακή σχολή στο κινηματογραφικό αντικείμενο, ενώ απουσιάζουν παντελώς θέσεις σε γνωστικά αντικείμενα όπως η θεωρία κινηματογράφου.

Οι φοιτητές του τμήματος σκοπεύουν να αναζητήσουν έμπρακτες απαντήσεις και λύσεις πριν τα σχέδια των ιθυνόντων οδηγήσουν το τμήμα σε αδιέξοδα που θα εμποδίσουν τον κινηματογράφο να ανθίσει μέσα από αυτό.

  • Με ποιο τρόπο θα υπάρξει χρηματοδοτική επάρκεια σε ένα τόσο πολυδάπανο τμήμα;
  • Με ποιο τρόπο θα διευθετηθεί η πρόσληψη και επάρκεια καθηγητών;
  • Ως πότε θα παραμείνει το τμήμα απομονωμένο από τους ανθρώπους του ελληνικού κινηματογραφικού χώρου;
  • Πότε υπολογίζεται η περάτωση των εργασιών, για την οποία δαπανήθηκαν μεγάλα ποσοστά του ΕΠΕΑΕΚ, και η στέγαση του τμήματος στην καπναποθήκη που προορίζεται για αυτό;
  • Πότε θα αποκτήσει το πρόγραμμα σπουδών στην ουσία του την αρχική φιλοσοφία σχεδιασμού ώστε να είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες μίας άρτιας κινηματογραφικής παιδείας σε εφαρμοσμένο αλλά και θεωρητικό επίπεδο;

Η συσσώρευση όλων των παραπάνω ερωτηματικών μας οδηγεί στο εξής πιθανό συμπέρασμα: Η εκκωφαντική σιωπή πολιτειακής και θεσμικής βούλησης για την δημόσια κινηματογραφική παιδεία στην Ελλάδα θα οδηγήσει μαθηματικά σε τέλμα οποιαδήποτε πιθανότητα έρευνας σε σχέση με τον κινηματογράφο, οδηγώντας το τμήμα σε αποτυχία.

Αρνούμαστε κάθε απομάκρυνση των σπουδών μας από την κινηματογραφική τους εστίαση.

Αρνούμαστε τα οικονομοκεντρικά προγράμματα σπουδών.